ζωγράφος

ζωγράφος
Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αθανάσιος. Γιατρός που καταγόταν από τα Καλάβρυτα, αλλά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Πάντοβα της Ιταλίας και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1820, από τον μητροπολίτη Αθηνών, Διονύσιο. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης μετέβη στη Σαλαμίνα, όπου προσέφερε τις ιατρικές υπηρεσίες του στους Αθηναίους που κατέφευγαν στο νησί. 2. Αντώνιος. Γιος του προηγούμενου. Συμμετείχε στις επιχειρήσεις στα Δερβενάκια ως αξιωματικός. Στη συνέχεια επιβιβάστηκε στο σκάφος Παγκρατίσσης με τον Γ. Ανδρούτσο, και πολέμησε στη Σάμο και στη Σκαλανόβα. Από το 1825 πολέμησε στη Πελοπόννησο εναντίον των Αιγυπτίων και τραυματίστηκε στην Αγουλινίτσα. Κατόπιν (1826-28) πολέμησε στη Στερεά Ελλάδα. 3. Δημήτριος. Πλοιοκτήτης, αδελφός του προηγούμενου. Πήρε μέρος στον αποκλεισμό της Ευβοίας και του Παγασητικού. Μετά τη βύθιση του πλοίου του πολέμησε στο σκάφος του Φαβιέρου με τους άντρες του πληρώματος του πλοίου του και τα ανήλικα παιδιά του. Στη μάχη του Χαϊδαρίου τραυματίστηκε και πέθανε από γάγγραινα. 4. Δημήτριος. Εξάδελφος του προηγούμενου, ο οποίος πολέμησε στην Πελοπόννησο και στη Στερεά με τους Πετμεζάδες και τον Γρίβα. Σε πολλές επιχειρήσεις τραυματίστηκε και μάλιστα, αρκετές φορές σοβαρά. 5. Νικόλαος. Αδελφός του προηγούμενου. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες έως το 1825, οπότε προσελήφθη από τον Γεώργιο Σισίνη, πρόκριτο της Γαστούνης, ως γραμματέας του. Σκοτώθηκε στο Χλομούτσι της Ηλείας. 6. Παναγιώτης. Αδελφός του Αντωνίου (βλ. 2.) και του Δημητρίου (3.). Μαζί με τον Φαβιέρο, πήρε μέρος στην επιχείρηση για τον ανεφοδιασμό της Ακρόπολης όπου και διακρίθηκε. Τραυματίστηκε το 1827 πολεμώντας στο Φάληρο. 7. & 8. Πέτρος και Εμμανουήλ. Αδέλφια που πολέμησαν στην Αττική με τα στρατεύματα του Κόχραν. Ο Πέτρος σκοτώθηκε στο Παλαιό Φάληρο και ο Εμμανουήλ την επόμενη μέρα, στην τοποθεσία Γαργαρέττα της Αθήνας.
* * *
ο, η (AM ζωγράφος)
1. ο καλλιτέχνης που απεικονίζει με χρώματα ή με τη γραφίδα κ.λπ. πρόσωπα, ζώα ή πράγματα πάνω σε μιαν επιφάνεια
2. μτφ. αυτός που έχει την ικανότητα να περιγράφει, γραπτά ή προφορικά, με τέτοια παραστατικότητα, ώστε ο ακροατής ή ο αναγνώστης να βλέπει όσα περιγράφονται σαν σε ζωγραφικό πίνακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζωο(ΙΙ)* + -γράφος (< γράφω*), πρβλ. πεζο-γράφος, συμβολαιο-γράφος. Επειδή το α' συνθετικό ανάγεται στο ζῴο, ο τ. έπρεπε να έχει υπογεγραμμένη (ζῳγράφος). Παρ' όλα αυτά στις καλύτερα μαρτυρούμενες πηγές δεν μαρτυρείται υπογεγραμμένη, πράγμα που δημιουργεί πρόβλημα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ζωγράφος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζῳγράφος — ζωγράφος masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζώγραφος — one who paints from life masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ζωγράφος — Sp Zogrãfas Ap Ζωγράφος/Zografos L Atika, Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • ζωγράφος — ο, η 1. αυτός που ζωγραφίζει. 2. εκείνος που έχει την ικανότητα να περιγράφει ή να παρασταίνει κάτι με ζωντάνια: Ζωγράφος της ανθρώπινης ψυχής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ζωγράφος, Γεώργιος — I (10ος αι.). Αγιογράφος. Θεωρείται από τους πρωτοπόρους της αγιορείτικης αγιογραφικής σχολής. Το όνομά του αναφέρεται στο Τυπικό του Αγίου Όρους το οποίο είχε συνταχθεί στα χρόνια του αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Ιωάννη Τσιμισκή. II (1863 – 1920) …   Dictionary of Greek

  • Ζωγράφος, Παναγιώτης — (19ος αι.). Λαϊκός ζωγράφος από τη Μάνη. Είναι γνωστός από τις εικόνες της Ελληνικής Επανάστασης που φιλοτέχνησε (1836 39) κατά παραγγελία του στρατηγού Μακρυγιάννη. Πληροφορίες για τη ζωή του δεν υπάρχουν. Ο Μακρυγιάννης αναφέρει μόνο πως… …   Dictionary of Greek

  • Ζωγράφος, Αντώνιος — Αγωνιστής του 1821, από την Κρήτη. Είναι γνωστός και με το επώνυμο Ξανθουδίδης. Αφιέρωσε τη ζωή του στους εθνικούς αγώνες της Κρήτης. Το 1866 πρωτοστάτησε στην εξέγερση των κατοίκων των ανατολικών επαρχιών και τον ίδιο χρόνο πήρε μέρος στη… …   Dictionary of Greek

  • Ζωγράφος, Δημήτριος — (1871 – 1940). Συγγραφέας. Διετέλεσε προϊστάμενος του γραφείου γεωργικών δημοσιεύσεων του υπουργείου Γεωργίας. Έγραψε πολλά έργα, κυρίως γεωργικού περιεχομένου, τα κυριότερα από τα οποία είναι: Ιστορία της Ελληνικής Γεωργίας, Ιστορία της ιδρύσεως …   Dictionary of Greek

  • Ζωγράφος, Ιωάννης — (Καλάβρυτα 1844 – Αθήνα 1927). Οικονομολόγος, πανεπιστημιακός και πολιτικός. Σπούδασε νομικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης και διετέλεσε γραμματέας και καθηγητής του Εθνικού Πανεπιστημίου από το 1878 έως το 1882. Στο διάστημα 1885… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”